andy dufresne

λιτό και τεμπέλικο ιστολόγιο ασήμαντων πραγμάτων

Κυριακή, Μαΐου 28, 2006

Το τρένο της μικρής φυγής


To κείμενο αυτό είναι αφιερωμένο στο doncat, όπου και πρωτοπαρουσιάστηκε, στο post με τίτλο "Κοινόβιο".

Κανείς δεν ξέρει που πάει.
Ούτε ο οδηγός!

Έχει πινακίδα στη μετώπη, αλλά το μέρος αυτό δεν το γνωρίζει κανείς.

Πριν λίγες μέρες ο οδηγός άλλαξε πινακίδα.
Τα πήρε στο κρανίο, σταμάτησε σ’ ένα σταθμό και την άλλαξε.
Ούτε την καινούρια τη γνωρίζει κανείς.
Ούτε ο οδηγός!

Δεν άλλαξε μόνο πινακίδα.
Άλλαξε και τα χρώματα του τρένου.


Τα χρώματα της Αγοράς αντικαταστάθηκαν από χρώματα της ψυχής.


Περνάει απ’ όμορφα μέρη το τρένο αυτό.
Από κάμπους και λαγκάδια, από κορφές και διάσελα, από θάλασσες, από μουσεία, από δίκτυα, από συναυλίες, από βιβλιοπαρουσιάσεις, από τις Γιάντες, από αναμνήσεις, από χίλια δυο.

Περνάει κι από τούνελ σκοτεινά, τόσο σκοτεινά που ώρες, ώρες σου ’ρχεται να σαλτάρεις…

Κανένας δεν γνωρίζει κάθε πότε κάνει στάση αυτό το τρένο.
Ούτε ο οδηγός!

Άλλες φορές μια φορά την ημέρα,
άλλες κάθε δυο.

Άλλοι ανεβαίνουν,
άλλοι κατεβαίνουν
κι άλλοι συνεχίζουν.

Άλλος μπαίνει μια φορά και δεν ξαναμπαίνει.
Άλλος μπαίνει, στρογγυλοκάθεται για μια βδομάδα, κατεβαίνει, ξανανεβαίνει, ξανακατεβαίνει.


Άλλος μπαίνει μια φορά τη μέρα.

Άλλος μια φορά την εβδομάδα
κι άλλος μια φορά το μήνα.

Άλλοι σκέφτονται να μπούνε, όλο το λένε, το λένε και ακόμα δεν μπήκαν.

Άλλος μπαίνει για να βρει ζεστή παρέα.
Άλλος για να παίξει.

Άλλος για να μάθει
κι άλλος για να μαθευτεί.

Άλλος για να βρίσει
κι άλλος για να βριστεί.

Άλλος για να γλύψει
κι άλλος για να γλυφτεί.

Άλλος για να γδύσει
κι άλλος για να γδυθεί.

Άλλος για να επουλώσει
κι άλλος για να επουλωθεί.

Άλλος για να προβληματίσει
κι άλλος για να προβληματιστεί.

Άλλος για να πείσει
κι άλλος για να πειστεί.

Άλλος γιατί κανένας δεν τον περιμένει πουθενά...


Ποιος ξέρει που θα σταματήσει αυτό το τρένο;
Κανείς.
Ούτε ο οδηγός!

Θα συνεχίζει και χωρίς αυτόν μια μέρα;

Τετάρτη, Μαΐου 10, 2006

Περί γλυπτικής



Παίρνεις έναν όγκο μαρμάρου 5-10 κυβικά μέτρα (!!!)

Μιλάμε ήδη για τεράστιο θέμα (που το βρίσκεις, πόσο κάνει, πως το μεταφέρεις).

Και μιλάω για 2.500 ή για 500 χρόνια πριν...


Άντε και το βρήκες και το πλήρωσες και το μετέφερες.

Σκέφτεσαι το concept.
Άντρας, γυναίκα ή σύνθεση;
Στάση, έκφραση, μήνυμα.

Άντε και τα βρήκες.
Έχετε σκεφθεί ποτέ ποια είναι η ουσιαστική δουλειά του γλύπτη;

Χτίζει γκρεμίζοντας!
Απ’ έξω προς τα μέσα.
Σκαλίζει, σκαλίζει κι ό,τι περισσέψει είναι το έργο!
Μια λάθος σφυριά στο καλέμι και τέλος, δεν διορθώνεται!
Για πέταμα κι άντε πάλι απ' την αρχή!


Έχετε παρατηρήσει ότι αν ζωγραφίσετε ανθρώπινο σώμα χάνει σίγουρα (α) σε αναλογίες και (β) σε χάρη;
(εξαιρούνται οι επαγγελματίες)

Το να βρεις και να μάθεις τις αναλογίες στη ζωγραφική (2 διαστάσεις) είναι ήδη ένα μικρό βουνό - σκεφθείτε στη γλυπτική (3 διαστάσεις)!



Άντε βρήκες και τις αναλογίες.
Και πως το κάνεις να μην είναι ατσούμπαλο σα μαριονέτα; να μην έχει καρτουνίστικη κίνηση; να έχει ανθρώπινη χάρη;

Οι π.Χ. γλύπτες ακολούθησαν τα μάτια τους, αντέγραφαν το μοντέλο που έστηναν μπροστά τους.
Οι γλύπτες της Αναγέννησης πήγαν ένα βήμα παραπέρα:

Εφηύραν την ανατομία!

Αγόραζαν (λαδώνοντας τους φύλακες) απ' τα νεκροτομεία πτώματα, τα άνοιγαν και τα μελετούσαν.


Άντε και του 'δωσες και χάρη.
Ένα βήμα ακόμα και τέλος.

Μέχρι το πρώτο βήμα φτάνουν πολλοί.
Μέχρι το προτελευταίο αρκετοί.
Το τελευταίο βήμα ξεχωρίζει τους καλλιτέχνες απ' τους κλασικούς.
Όσοι το πέρασαν μετρώνται στα δάχτυλα δύο χεριών.


Eίναι η ώρα που σταματά η διδασκαλία.
Είναι η ώρα της μαγείας, του μυστηρίου, του επέκεινα.

Πως κάνεις ένα κομμάτι μάρμαρο να έχει πνοή; να μιλάει; να κυλάει αίμα απ' τις φλέβες του; να προκαλεί δέος πεντακόσια χρόνια μετά;


Δεν ξέρω.

Αν ξέρει κανείς, να μου πει.


Κατά σειρά εμφάνισης: το πρόσωπο τoυ David, λεπτομέρεια από την Pieta - και τα δύο έργα του Michelangelo

Τετάρτη, Μαΐου 03, 2006

Έκανα τη διαθήκη μου, γαμώ τη δισκοθήκη μου!


Κάνει μία από τις δυσκολότερες δουλειές που υπάρχουν.
Κριτική νέων δίσκων.

Δυσκολία πρώτη, να εντοπίσεις τους καλούς δίσκους από μία στοίβα εκατοντάδων άγνωστων και γνωστών καλλιτεχνών.
Δυσκολία δεύτερη, όταν το κάνεις κάθε μήνα, σε 6 μήνες βαράς ενέσεις.

Δυσκολία τρίτη και φαρμακερή, πώς είναι δυνατόν να περιγράψεις τη μουσική;;;

Υπάρχουν εκατομμύρια μουσικογραφιάδες στον πλανήτη, αυτοί που «το’ χουν» μετριούνται στα δάχτυλα ενός χεριού.
Με 80 λέξεις να δώσεις στον άλλο να καταλάβει τι πρόκειται να αισθανθεί!

Κάτι σαν να μεταφράζεις ποίηση.

Ο φίλος μου ο Αλέξης είναι απ’ αυτούς που το ’χει το χάρισμα -δεν το θεωρώ τυχαίο.

Έχει μουσική παιδεία, ανοιχτό μυαλό, τελειομανία και κυρίως, αυτή τη δυνατότητα του καλλιτέχνη να μπορεί να χωρέσει 10 νοήματα και 10 εικόνες σε 5 λέξεις.

Πολύ ισορροπημένος άνθρωπος, ολιγαρκής, μοντέρνος, εξαιρετικά μορφωμένος αν και κακός μαθητής στο σχολείο, με γερά θεμελιωμένο σύστημα αξιών, το ’χει γκρεμίσει αρκετές φορές και κάθε φορά που το ξανάχτισε το ’φτιαχνε στερεότερο.

Παντρεμένος, χαλαρός, ήρεμος, γαλήνιος κι ευτυχής, με κορόιδευε για το άγχος μου, με μόνιμη διάθεση για πλάκα, όχι από εκείνους που την ξεκινάνε, αλλά απ’ αυτούς που τη συνεχίζουν, με γέλιο σαν του κινηματογραφικού Amadeus, ένα μεγάλο παιδί.

Δεν τον θυμάμαι ποτέ στεναχωρημένο, θλιμμένο, μελαγχολικό.
Το σχεδόν αντίθετό μου δηλαδή, ίσως γι’ αυτό γίναμε φίλοι.
Ζήλευα την αταραξία του, το σπίτι του λιτό σαν πιθάρι,
Διογένη τον ανέβαζα,
«έξυπνο παιδί, χαρά γεμάτο» τον κατέβαζα.

Πριν μερικά χρόνια, ξαφνικά, χωρίς προφανή λόγο και αιτία, χτύπησε την πόρτα του σπιτιού του ένα πρόβλημα. Μεγάλο.

Δεν μπορούσε να κοιμηθεί.

Μία μέρα, δύο μέρες, θα περάσει που θα πάει.
Τρίτη μέρα, μια βδομάδα, δυο βδομάδες.
Ούτε πέντε λεπτά ύπνος σε δυο βδομάδες!

Μόλις σκοτείνιαζε άρχιζε η μάχη.
Πάλευε με ένα μαξιλάρι, με δύο μαξιλάρια, με κανένα μαξιλάρι, ανάσκελα, μπρούμυτα, δεξιά, αριστερά, στον καναπέ, στο πάτωμα
πουθενά δεν υπήρχε λίγος ύπνος γι’ αυτόν.
Δοκίμασε τηλεόραση, video, έβαλε δορυφορική, σέρφαρε στο δίκτυο, μέτραγε προβατάκια, διάβαζε βιβλία, άκουγε μουσική, έκανε γυμναστική, έπινε αλκοόλ, έβγαινε βόλτες, ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί – τίποτα.

Πήγε σε γιατρό, του ΄δωσε χάπια.
Κοιμήθηκε κάνα δυο μέρες, ξανά γαρίδα το μάτι.
Ξανά στο γιατρό, πιο βαριά χάπια.
Ξανακοιμήθηκε δυο μέρες και πάλι απ’ την αρχή.
Έκανε ιατρικές εξετάσεις, δε βρέθηκε τίποτα.

Δεν είχε καμιά στεναχώρια, δεν του ’φταιγε κανείς, ήταν ακόμα ερωτευμένος με τη γυναίκα του, δεν είχε τάσεις φυγής, δεν ήθελε να αλλάξει τίποτα.

Κανείς δεν μπορούσε να τον βοηθήσει.

Εν τω μεταξύ πέρασαν δυο μήνες, ο Αλέξης είχε γίνει ζωντανός-νεκρός,
ζόμπι κανονικό.
Αν δεν τον ήξερα καλά, θα έλεγα ότι έχει κυλήσει στην πρέζα.
Κατακόκκινα μάτια κυρτά, καρφωμένα στο πουθενά, ρυτιδιασμένο πρόσωπο γκρι-μελιτζανί, πρηξίματα στα άκρα, πόνοι σ’ όλο το σώμα.
Κοιμόταν όρθιος για λίγα δευτερόλεπτα στη δουλειά, στο δρόμο, με παρέα.

Τη μέρα έψαχνε για τη λύση, τα βράδια ψαχνόταν για τη λύτρωση,
μα του κάκου.

Οι μήνες περνούσαν κι ο Μορφέας δεν έλεγε να τον επισκεφθεί.
Με τσαλαπατημένο ηθικό, εξαντλημένος ψυχικά, σωματικό ράκος,
άρχισε να σκέφτεται ότι μετράει μέρες.

«Έκανα τη διαθήκη μου, γαμώ τη δισκοθήκη μου» έλεγε
και φαινόταν να τον απασχολεί για πρώτη φορά το μεγάλο ταξίδι.

Έξι μήνες ξάγρυπνος, έπιασε πάτο.

Εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια να κοιμηθεί.
«Όσο μου μένει να ζήσω, θα ζήσω σα ζόμπι, 24 ώρες το 24ωρο».
Παραδέχθηκε την ήττα του και περίμενε στωικά το μαύρο ιππότη με τη ρομφαία.
Άρχισε να κάνει δουλειές, σχέδια και όνειρα για τη νύχτα του,
αγόρασε 24ωρη agenda,
κατάφερε να το δει θετικά.

«Αφού σε λίγο δεν θα ζω, ας το χαρώ όσο μπορώ.
Θα φτιάξω το καφεδάκι μου στις 3 το πρωί, θα πιω το τσαγάκι μου στις 5, τη μπυρίτσα μου στις 7, καφεδάκι στις 9
και πάει λέγοντας (ή μάλλον πίνοντας)».

«Θα κάνω όσα δεν προλαβαίνω να κάνω τόσα χρόνια, πόσα βιβλία, πόσα site, πόσες ταινίες, πόσες μουσικές μου χρωστάω;»

«Η αϋπνία είναι σαν το βιασμό» σκέφτηκε
«αν δεν μπορείς να τον αποφύγεις, απόλαυσέ τον».


Το δεύτερο βράδυ τον πήρε ο ύπνος.

Κοιμήθηκε γλυκά και το επόμενο βράδυ και το μεθεπόμενο και το επόμενο απ’ το μεθεπόμενο.

Και κοιμάται ακόμα…