Η κατάνυξη του Χριστουγεννιάτικου χοιρινού
Με κόκκινο κρασί και μια τηγανιά ψιλοκομμένες πατάτες.
Με καλεσμένους τους τρεις θείους και τον καλύτερο οικογενειακό φίλο.
Παράξενο έθιμο που ποτέ δεν κατάλαβα από που κρατάει.
Ο πατέρας μου λέει ότι
όσο φτωχός και να ’ταν ο πατέρας του,
κάθε Χριστούγεννα κατάφερνε να βρει το χοιρινό για να τηρήσει το έθιμο.
Δεν ξέρω όμως αν ο παππούς το ’βγαλε απ’ το μυαλό του
ή πήρε τη σκυτάλη από αλλού.
Σε εποχές που το κρέας το βλέπανε Πάσχα και Χριστούγεννα,
το καταλαβαίνω το χοιρινό βουτηγμένο στο λάδι.
Εκείνο που δεν καταλαβαίνω είναι το γιατί το πρωί;
Παραδόξως, αυτό το «βάρβαρο» έθιμο
είναι η μυρωδιά των παιδικών μου Χριστουγέννων.
Τίποτ’ άλλο δεν θυμάμαι.
Ή μάλλον
τίποτ’ άλλο απ’ όσα θυμάμαι,
δεν ακούγεται πια σα γλυκό παραμύθι.
Ο Αι Βασίλης, τα δώρα, η οικογενειακή γιορτή
κατεδαφίστηκαν εν μία νυκτί από την εφηβική επανάσταση.
Αυτό το έθιμο όμως κατέχει περίοπτη θέση
στο νοσταλγικό διαμέρισμα της μνήμης μου.
Μέσα στα χρόνια κατάλαβα και το γιατί.
Ήταν επαναστατική πράξη το χοιρινό το πρωί!
Και η σημαντική ανατροπή δεν ήταν,
όπως θα περίμενε κανείς, η γαστρονομική -
αυτή ήταν μάλλον το... τίμημα.
Η ανατροπή ήταν κοινωνική,
ανατροπή του πρέπει και του καθωσπρέπει,
ανατροπή της λογικής και της συνήθειας.
Τα παιδικά μου Χριστούγεννα ήταν
η μέρα κατά την οποία ο πατέρας μου και άλλοι άνθρωποι
που εκείνη την ώρα θα έπρεπε να είναι στις δουλειές τους,
αγχωμένοι και βουτηγμένοι στα προβλήματα της ρουτίνας,
μαζευόντουσαν για να υποστούν τη «βάσανο» του πρωινιάτικου χοιρινού,
πνίγοντας στο κρασί και στα γέλια τους
τα άγχη και τα βάσανα.
Αξέχαστη απόλαυση να τους βλέπεις
να δυσανασχετούν στην πρώτη μπουκιά και γουλιά – κάθε χρόνο!
Σε πέντε-δέκα λεπτά,
οι γκρίνιες γινόντουσαν χαμόγελα
και σε μια ώρα τα μάγουλα παίρναν το χρώμα του κρασιού,
απ’ το αλκοόλ και τα χάχανα – κάθε χρόνο!
Όταν λοιπόν ακούω «θρησκευτική κατάνυξη»,
στο μυαλό μου, ή μάλλον στη μύτη μου,
έρχεται το τηγανητό χοιρινό
των αγουροξυπνημένων Χριστουγέννων μου.
Καλά Χριστούγεννα σε όλους.