andy dufresne

λιτό και τεμπέλικο ιστολόγιο ασήμαντων πραγμάτων

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 30, 2006

Googleplex

Έτσι ονειρεύομαι την εταιρία μου!









Με ποδοσφαιράκι, μπιλιάρδο, πινγκ-πονγκ.




Με γυμναστήριο, πισίνα, jacuzzi και μασάζ για τον καθένα.




Με διαμόρφωση του προσωπικού χώρου του καθενός απ’ τον ίδιο, όπως εκείνος επιθυμεί.













Με κουζίνα με σπιτικό φαγητό και διαφορετικό μενού κάθε μέρα.





Με καναπέδες για ξάπλα όταν πήζεις.








Με πλυντήρια-στεγνωτήρια για να καθαρίζει όποιος θέλει τ’ άπλυτά του, εν ώρα εργασίας.








Με τα κατοικίδια του καθενός να σουλατσάρουν στα γραφεία.

Με ειδικό playroom για τα παιδιά, θέλω ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ αυτοκινητόδρομο!







Όλες οι φωτογραφίες είναι από τα κεντρικά γραφεία της Google, από το περίφημο Googleplex, στο Mountain View, της California στην Silicon Valley.



Αφιερωμένο εξαιρετικά στην Ελπίδα.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 23, 2006

The Man in Black




Ο Johnny Cash ήταν ένας απλός άνθρωπος.
Ένας προικισμένος χωριάτης, γεμάτος ελαττώματα και αδυναμίες.

Μύθος του rockabilly, του rock’n’roll, της country.

Εγώ όμως δεν θα θυμάμαι τoν Άνθρωπο με τα Μαύρα

ούτε για το rockabilly, ούτε για το rock’n’roll, ούτε για την country του.
Θα τον θυμάμαι για την ύστερή του εποχή,
την εποχή των ηχογραφήσεων της σειράς American,
την εποχή του Rick Rubin.

Την εποχή που μπήκε στη ζωή του ο πόνος.


Το ’97 τον πλάκωσε αρρώστια βαριά, αυτόν τον ήδη καταπλακωμένο
(είχε ήδη κάνει διπλό bypass παλιότερα).
Έτσι, άρχισε να πονάει ασταμάτητα,

αναγκάστηκε να μάθει να ξυπνάει και να κοιμάται με πόνους φρικτούς.
Είπε τότε ότι η μόνη στιγμή που δεν πονάει είναι όταν τραγουδάει!
Και το πιστεύω ότι έλεγε την αλήθεια,

το ’βλεπες στο πρόσωπό του.
Το πρόσωπο του,

που δεν ήταν το ίδιο όπως παλιά.

Ο χρόνος συνεργάστηκε με τον πόνο

και του ’σκαψαν το πρόσωπο βαθιά.
Και τη φωνή.
Τόσο βαθιά, που όταν την ακούς,

σου κόβεται η ανάσα.

Ο ύστερος Johnny Cash είναι ο ήχος του πόνου.

Δεν είναι η εμφάνιση, δεν είναι η θεματολογία (θλίψη, πόνος, λύτρωση), δεν είναι καν η σύνθεση το θέμα.
Η ερμηνεία είναι το θέμα.

Αυτή η ανατριχιαστική, σπαρακτική, ελεγειακή ερμηνεία.


Όλα αυτά μου ’ρθαν στο κεφάλι με αφορμή τις συζητήσεις που έχει προκαλέσει η τελευταία διαφήμιση της Nike, αυτή με τις άτυχες και συγκινητικές στιγμές των αθλητών, με μουσική υπόκρουση το «Hurt» στη διασκευή του Johnny Cash.

Έγραψαν αρκετοί bloggers γι’ αυτό, συμφωνώντας οι περισσότεροι στην ενόχλησή τους για τη χρήση του τραγουδιού στη διαφήμιση.
Παλιό το θέμα της χρήσης της Τέχνης από την Αγορά.

Ο καθένας βρίσκει τη δική του μίζερη οπτική γωνιά για να ενοχληθεί.

Άλλος γιατί διαφημίζει παπούτσια,
άλλος γιατί κόπηκαν από τη διαφήμιση οι τελευταίοι στίχοι του τραγουδιού,
άλλος γιατί τώρα τον θυμήθηκαν τον μακαρίτη;
άλλος γιατί θέλει τον ήρωα μόνο δικό του,
άλλος γιατί η Nike είναι αμερικάνικη.

Αφήστε τους άλλους να κοιτάνε το δάχτυλο

και απολαύστε το συγκλονιστικό video του τραγουδιού
και τη διαφήμιση.


Συνθέτης: Trent Reznor (Nine Inch Nails) από το άλμπουμ του 1994 «The Downward Spiral»

Ερμηνευτής: Johnny Cash από το κύκνειο άλμπουμ του, το «American IV: The Man Comes Around» του 2003.
Δημιουργοί διαφήμισης: Oliver Frank και Paulo Martins

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 16, 2006

Εμετικό πρίμο σεκόντο

Είναι φορές που διαβάζεις κάτι και λες "ναι, έτσι ακριβώς ήθελα να το πω κι εγώ". Απόσπασμα του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου από τη σημερινή Ελευθεροτυπία:




Ο καλύτερος ίσως ποπ interviewer της Αγγλίας, ο Piers Morgan, παίρνει συνέντευξη στο τελευταίο «GQ» από την Πάρις Χίλτον. Από πολλές απόψεις, αυτό το κομμάτι είναι ένα δίδαγμα. Δείχνει ότι όντως όλα τα ζητήματα λαϊκής κουλτούρας έχουν ψωμί αν αντιμετωπιστούν σοβαρά, γιατί καθρεφτίζουν την κατάσταση της κοινωνίας. Δείχνει επίσης ότι πίσω από τις περσόνες της τσιχλόφουσκας, τύπου Πάρις, ενδέχεται πολλές φορές να κρύβεται μια μεθοδική επιχειρηματίας, που ξέρει να χειρίζεται καλά εκείνους που νομίζουν ότι τη χειρίζονται. Φαντάζομαι, κάτι τέτοιο νομίζει ότι κάνει ο Χατζηνικολάου, όταν συνομιλεί με ύφος καθηγητή από γυμνάσιο της Πρέβεζας με τη συγκλονιστική Ελλη Κοκκίνου ή τη δραματική Πέγκυ Ζήνα. Μόνο που δεν κρατά εκείνη τη σωτήρια απόσταση που θα τον κάνει να δει καθαρά το φαινόμενο και να το προβάλει πάνω στα φαινόμενα της κοινωνίας. Ουσιαστικά συμφύρεται με τις τραγουδιάρες και καταλήγει σε ένα εμετικό πρίμο σεκόντο. Αυτή η συνέντευξη της Πάρις Χίλτον, όπως και όλες οι συνεντεύξεις που δημοσιεύει π.χ. η «Guardian» με ποπ είδωλα (τις προάλλες είχε τον -σιτεμένο πια- πρωταγωνιστή τού «Baywatch») είναι η δόξα και η ελευθερία της καλής δημοσιογραφίας που θεωρεί, ό,τι υπάρχει, αντικείμενό της, αρκεί να το βλέπει από το ύψος τής στοχαστικής ματιάς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 09, 2006

Ένα πρόβλημα για κάθε λύση



Το πρόβλημα δεν ήταν ότι κάναμε παιδί.
To πρόβλημα ήταν ότι (α) η μητέρα δεν είναι ελληνίδα και (β) δεν είμαστε παντρεμένοι.

Μία παρέκκλιση άντε και να την αντέξει το ελληνικό δημόσιο, δύο πάνε πολλές…

Μου άρεσε που υπήρχε Ληξιαρχείο μέσα στο μαιευτήριο, μου φάνηκε βολικό, πίστεψα ότι δεν θα χρειαζόταν να ταλαιπωρηθώ για να δηλώσω το παιδί…

Η πρώτη επίσκεψη ήταν για να δω τι χρειάζεται για να δηλώσουμε το νεογέννητο βλαστάρι μας.

Υπήρχαν τρία κολλημένα Α4 στο τζάμι του Ληξιαρχείου.

Το ένα έλεγε «Απαγορεύεται το κάπνισμα».
Αρχικά μου φάνηκε περίεργο, με την έννοια του περιττού (ποιος καπνίζει μέσα σε μαιευτήριο;), αλλά μετά σκέφθηκα, στην Ελλάδα είμαστε…

Μετά πρόσεξα ότι το χαρτί δεν έγραφε «εξαιρούνται οι υπάλληλοι του Ληξιαρχείου», οπότε, το γεγονός ότι οι δύο στους τρεις υπαλλήλους κάπνιζαν, το εξέλαβα ως στοιχείο προοικονομίας για το ότι δεν θα ίσχυαν ακριβώς αυτά που έγραφαν και τα άλλα χαρτιά…

Το δεύτερο χαρτί έλεγε:

Ώρες λειτουργίας: Δευτ, Τρ, Πεμ, Παρ, Σαβ 9.00 – 13.00, Τετ 14.00 – 18.00

Άθροισα τις ώρες, λίγες μου φάνηκαν. Σκέφθηκα, θα δουλεύουν και ώρες κλειστές στο κοινό, ας μην τους κακολογήσω.

Το τρίτο χαρτί έλεγε:

(α) Αν είσαστε παντρεμένοι χρειάζεται αυτό κι αυτό… δεν μ’ ενδιέφερε.
(β) Αν δεν είσαστε παντρεμένοι χρειάζεται Ταυτότητα και φωτοτυπία της ταυτότητας της μητέρας.


Στη δεύτερη επίσκεψη ο κακός οιωνός ήταν ένας Γερμανός μπαμπάς που είχε "καταλάβει" το ένα απ’ τα τρία γραφεία - ήταν εκεί πριν φθάσω εγώ και δεν είχε φύγει, όταν εγώ έφυγα.

Δεν καταλαβαίνω Γερμανικά, αλλά μου φάνηκε πάρα πολύ θυμωμένος. Όταν δεν μονολογούσε στα Γερμανικά, μιλούσε Αγγλικά και προσπαθούσε να καταλάβει τη γλώσσα που του μίλαγε η υπάλληλος (έμοιαζε με Αγγλικά).

Ήταν σε απόγνωση, τον λυπήθηκα, υπέθεσα ότι πληρώνει ψυχολογικές αποζημιώσεις για τα θύματα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.

Πήγα προετοιμασμένος με όλα τα απαραίτητα έγγραφα αλλά και με την αίσθηση ότι θα μου ζήταγαν κάποιο έγγραφο παραπάνω, ότι κάπου θα κόλλαγε η ιστορία.

-- Χρειάζεται κάποιο έγγραφο που να λέει ότι η σύντροφός σας είναι διαζευγμένη.
-- Και γιατί δεν το γράφετε στο χαρτί που έχετε έξω και μας παιδεύετε;
-- Εεεε, δεν το γράφουμε, έξω γράφουμε τα βασικά... Α, ναι, να μην το ξεχάσω: επειδή είναι ξένη χρειάζεται και επίσημη μετάφραση.




Την τρίτη φορά έφταιγα ξεκάθαρα εγώ.

Αφού είχα δει ότι συνήθως έχει ουρά 10-15 μαντράχαλους, γιατί πήγα στις 12.15 αφού κλείνουν στις 13.00;
Κι αφού πήγα, γιατί δεν έφυγα, όταν κατάλαβα ότι όταν έρθει η σειρά μου θα είναι 13.04;
Έπρεπε να προβλέψω ότι δεν θα συγκινηθούν από το γεγονός ότι περίμενα στην ουρά για τρία τέταρτα.

Την τέταρτη φορά πήγα με σιγουριά ότι θα ήταν και η τελευταία. Αιθανόμουν σαν καραβανάς στο στρατό. Είχα περιμένει τόσες ώρες έξω απ’ αυτό το Ληξιαρχείο, που το αισθανόμουνα σαν δικό μου, το πονούσα.
Αν περνούσε η καθαρίστρια, θα της υποδείκνυα σε ποια σημεία να καθαρίσει...

Όπως περίμενα στη σειρά δωδέκατος, ενδέκατος, δέκατος,
προσπαθούσα να υπολογίσω σε ποιον από τους τρεις υπαλλήλους του Ληξιαρχείου θα πέσω.
Παρακαλούσα να μην πέσω σ’ αυτήν που κάπνιζε στριφτά,
γιατί καθυστερούσε λόγω στρίψιματος, αλλά και γιατί μίλαγε ασταμάτητα στο κινητό (συνήθως την έπαιρναν, αλλά τηλεφωνούσε κι εκείνη, όσο οι δεκάδες χαζομπαμπάδες περιμέναμε στην ουρά). Μάθαμε όλα τα νέα της οικογενείας της, της καλύτερής της φίλης, μιας άλλης φίλης της, λιγότερο καλής.

Δυστυχώς έπεσα στην στριφτοπολυλογού.

Όταν άκουσα ότι το χαρτί, που τόσο με είχε παιδέψει να αποκτήσω, δεν ήταν σωστό, κατέρρευσα.

-- Μα, κύριε μου, δεν γράφει την ημερομηνία του διαζυγίου.
-- Και είναι απαραίτητο να το γράφει;
-- Βεβαίως, διότι αν χώρισε την προηγούμενη εβδομάδα;
-- Σωστά,
σκέφθηκα, έχει δίκιο η θεριακλού.
Και γιατί δεν μου το 'πατε την προηγούμενη φορά ότι χρειάζεται και η ημερομηνία;
-- Εεεεε, αυτό είναι αυτονόητο.


Όταν άκουσα τη λέξη «αυτονόητο», μου ’ρθε μία σκοτοδίνη, ένα σύννεφο θυμού θόλωσε το οπτικό μου πεδίο, χλιμίντρισα και ξερουθούνιασα. Θυμήθηκα τη μπαμπίνα μου και είπα, άντε, ’ντάξει, δεν πειράζει, παμ’ παρακάτω.


Την πέμπτη φορά, όταν ήρθε η σειρά μου, με χαιρέτησαν και οι τρεις υπάλληλοι – είχαμε γίνει φιλαράκια πια. Με είχαν δει και οι τρεις, όση ώρα περίμενα στην ουρά και τους είχα δει ότι με είχαν δει. Διασταυρώθηκαν τα βλέμματά μας και ανταλλάξαμε ένα νεύμα που το εξέλαβα ως «έλα, υπομονή, τελειώνεις».

Ήρθε κάποτε η σειρά μου, παρέδωσα το πολύτιμο πακέτο στην υπάλληλο, η οποία αφού το μελέτησε προσεκτικά μου λέει:

-- Όλα τα χαρτιά είναι εντάξει, αλλά...
-- Τι αλλά; Δεν υπάρχει αλλά! ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΑΑΑΑ,
αλάλαζα.
-- Πρέπει να έλθει η σύντροφός σας να κάνει την κατάθεση.
-- Έχω ήδη έλθει τέσσερις φορές, τις τρεις τελευταίες μόνος, χωρίς τη σύντροφό μου – δεν μπορούσατε να μου το πείτε;;;


Με το αίμα στο κεφάλι, αισθάνθηκα ότι με εμπαίζουν.
Δεν πίστευα πια ότι είναι τεμπελιά, αδιαφορία, έλλειψη επαγγελματισμού, έλλειψη σεβασμού, έλλειψη παιδείας ή όπως θέλετε πέστε το. Πίστευα ότι έχουν προσωπικά μαζί μου.

Όταν το αίμα κατέβηκε απ’ το κεφάλι, θυμήθηκα τον Πάσχο Μανδραβέλη που θυμήθηκε τι είχε πει κάποτε ο λόρδος Σάμιουελ και παρηγορήθηκα λιγάκι: «Δημόσιος υπάλληλος είναι εκείνος που έχει ένα πρόβλημα για κάθε λύση».



Όταν η σύντροφός μου επιστρέφοντας από την έκτη επίσκεψη στο Ληξιαρχείο για να καταθέσει τα χαρτιά (χρειάστηκε και έβδομη για να πάρουμε το πιστοποιητικό στα χέρια) μου διαμαρτυρήθηκε για ποιο λόγο τη ρώτησαν ποιο είναι το θρήσκευμά της κι όταν εκείνη απάντησε «τι σχέση έχει αυτό με το παιδί;» , αυτοί απάντησαν «α, εντάξει... άθεη» δε βρήκα το κουράγιο ν’ απαντήσω…

___________________________________________________________

Υ. Γ. Νίκου Δήμου: Ο μεγαλοπρεπής γραφειοκράτης που υπογράφει και το ακατανόητο έγγραφο με τις τεράστιες υπογραφές και σφραγίδες είναι έργα του Saul Steinberg. H τελική γελοιογραφία του Κώστα Μητρόπουλου.


Το κείμενο αυτό φιλοξενήθηκε στο
doncat στις 29/7/2006. Η εικονογράφηση έγινε από τον Νίκο Δήμου. Τα σχόλια των επισκεπτών του doncat μπορείτε να τα βρείτε ΕΔΩ, όπου και, αν θέλετε, μπορείτε να αφήσετε και το δικό σας σχόλιο.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 01, 2006

Αυτή η ομάδα ΔΕΝ είναι Ελληνική!

Είμαι κατενθουσιασμένος με την Εθνική Μπάσκετ.

Κι απ’ ό,τι φαίνεται δεν είναι λόγω της κόρης μου.
Απόδειξη ότι έφθασαν στους 4 του κόσμου!

Σε λίγες ώρες παίζουμε ημιτελικό με τις Η.Π.Α.
Και να χάσουμε, δεν μειώνεται το κατόρθωμα της ομάδας.

Στην κορυφή της Ευρώπης έχουμε πατήσει τρεις φορές,
αλλά σε επίπεδο πλανήτη δεν έχουμε μπει στην 3άδα σε κανένα δημοφιλές ομαδικό σπορ μέχρι σήμερα.

Αυτή η ομάδα, κατά την ταπεινή μου γνώμη, (τηρουμένων των αναλογιών) δεν έχει σχέση με την ποδοσφαιρική ομάδα του Ρεχάγκελ που σήκωσε το τιμημένο – είναι πολύ ανώτερη.

Η ομάδα του Ρεχάγκελ ήταν πυροτέχνημα και έχει ήδη σβήσει,
παρότι το κατόρθωμά της θα ’πρεπε να είναι διδακτικό για μας.

Απ’ την άλλη, η πρωταθλήτρια Ευρώπης ’87 στο μπάσκετ, του Γκάλη, του Γιαννάκη κλπ, ήταν καλή ομάδα, αλλά βασισμένη σε μεμονωμένες μονάδες: 2 σούπερ-παίκτες, 2 πολύ καλοί (Φασούλας, Χριστοδούλου), πολύ φιλότιμο, εξέδρα και τύχη.

Αυτό που χαίρομαι στη σημερινή ομάδα, παρέα με τις μέχρι τώρα 7 στις 7 νίκες, είναι η φύση της.

Αυτή η ομάδα ΔΕΝ είναι Ελληνική!


Έχει όλα τα καλά στοιχεία που
ΔΕΝ έχουμε οι σύγχρονοι Έλληνες και
ΔΕΝ έχει τα στραβά μας.

Πριν με κατατάξετε στους ανθέλληνες, σκεφθείτε λίγο.

Η σημερινή ομάδα:

(α) έχει καλό προπονητή
(β) έχει ομαδικό πνεύμα
(γ) έχει βάθος – όλοι οι παίκτες ισάξιοι
(δ) δεν βασίζεται στην υπερβολή, σε σούπερ ταλέντα, παίκτες-ντίβες-σταρ
(ε) έχει κάνει καλή προετοιμασία
(στ) παίζει και για το αποτέλεσμα και για το θέαμα
(ζ) είναι πειθαρχημένη – δεν υπάρχει η παραμικρή αμφισβήτηση στην εξουσία (ο προπονητής και η διαιτησία, εν προκειμένω)
(η) δεν είναι μεμψίμοιρη - τραυματίστηκε βάρβαρα και άδικα ο Ζήσης, το αντιμετώπισαν νηφάλια και στωικά
(θ) δεν ψάχνει δικαιολογίες - δεν τους φταίει το… κακό γήπεδο, ο καιρός, τα άστρα
(ι) είναι προσγειωμένη και αποτελεσματική - μιλούν λίγο και κάνουν πολλά
(κ) δεν είναι ρατσίστρια – πρωταγωνιστής ο Σχορτσιανίτης
(λ) οι παίκτες της είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία μορφωμένοι, φαίνονται ισορροπημένοι άνθρωποι που βασίζονται σε εαυτούς και δεν περιμένουν από τρίτους
(λ) αγαπούν τη δουλειά τους και δίνονται σ’ αυτήν - χαίρονται να παίζουν

Ξαναδιαβάστε τα παραπάνω βάζοντας στη θέση της ομάδας μπάσκετ την Ελληνική κοινωνία.

Τι απ’ όλα αυτά ισχύει;

ΤΙΠΟΤΑ!




Γι’ αυτό σας λέω, αυτή η Εθνική Ελλάδος ΔΕΝ είναι Ελληνική!


Εύχομαι να το καταλάβουμε αυτό,
πιο πολύ κι απ’ ό,τι εύχομαι να λυγίσουμε και τους Αμερικάνους σε λίγη ώρα...